ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΠΙΣΤΕΩΣ (4)
19 Μαρτίου 2009
Ηλία Μηνιάτη (1669-1714), Επισκόπου Κερνίκης και Καλαβρύτων.
Μα τέτοια αλλοίωση, τέτοια μεταβολή, τίνος είναι κατόρθωμα; Χωρίς καμμία αμφιβολία, «αύτη η αλλοίωσις της δεξιάς του Υψίστου».
Τούτο το μεγάλο εργο πώς έγινε; Βεβαιότατα «δεξιά Κυρίου εποίησε δύναμιν».
Ναι, η δεξιά του Κυρίου ήταν εκείνη που αύξησε την Ορθοδοξία «ουκ έν πειθοίς ανθρωπίνης σοφίας λόγοις, άλλ’ εν αποδείξει πνεύματος και δυνάμεως».
Η δεξιά του Κυρίου ήταν αυτή που έκανε ώστε η μία γλώσσα των Αποστόλων να ακούεται από διαφορετικά έθνη. Αυτή ήταν όπου με τα χέρια των Αποστόλων έπεφταν οι ναοι των ειδώλων, συντρίβονταν τα είδωλα, πίστευαν οι είδωλολάτρες.
«Διά των χειρών των Αποστόλων εγίνοντο σημεία και τέρατα εν τω λαώ πολλά».
Σημεία:
Γιατρεύονταν άρρωστοι,καθαρίζονταν λεπροί, ανασταίνονταν νεκροί, εδιώκοντο ακάθαρτα πνεύματα.
Τέρατα:
Λιοντάρια φιλούν τα πόδια αγίων ανδρών, μάρτυρες παραμένουν ακατάφλεκτοι μέσα στη φωτιά, παρθένοι πολεμούν με θηρία και τα δαμάζουν. Βουνά ασάλευτα περπατούν, θάλασσα φουρτουνιασμένη γαληνεύει με την προσευχή ενός χριστιανού!
«Σημεία και τέρατα εν τω λαώ πολλά»!
Ελάτε τώρα σεις οι άθεοι, ελάτε σεις οι άπιστοι, ελάτε σεις οι ασεβείς, ελάτε όλοι σεις οι εχθροί της ορθοδόξου μου Πίστεως.
Όσες ακτίνες έχει ο ήλιος, τόσες είναι και οι αποδείξεις που βεβαιώνουν πως αυτή η πίστη που πιστεύω είναι η αληθινή πίστη.
Πλην όμως θέλω να σας προβάλω ενα επιχείρημα: Τα θαύματα αυτά με τα οποία εγώ ισχυρίζομαι πως ο Θεός αύξησε την πίστη των χριστιανών, έγιναν πράγματι ή δεν έγιναν;
Αν πράγματι έγιναν, άρα αυτή η πίστη είναι η αληθινή πίστη του Θεού, ένεκα της οποίας ο Θεός έκαμε τόσα θαύματα.
Αν δεν έγιναν, πως είναι δυνατόν μια τέτοια πίστη, μια διδασκαλία τόσο δύσκολη στο νου, ένας νόμος τόσο βαρύς στη θέληση, να εξαπλωθεί σ’ όλη την οικουμένη χωρίς καν θαύματα;
Αυτό ακριβώς είναι θαύμα ακόμη μεγαλύτερο, μάλιστα είναι το θαύμα των θαυμάτων. Και έφ’ όσον ούτως η άλλως είναι θαύμα, τούτο είναι έργο του Θεού.
«Δεξιά Κυρίου εποίησε δύναμιν».
Αν λοιπόν η ορθόδοξη πίστη είναι θεία ως προς την αρχή της, είναι θεία και ως προς την αύξησή της, μήπως δεν είναι τάχα θεία και στην στερέωσή της;
Το Πανάγιον Πνεύμα εμφανέστατα εξεικόνισε τη μυστηριώδη οικοδομή της αγίας μας Εκκλησίας με το στόμα του Σολομώντος:
« Η Σοφία ωκοδόμησεν εαυτή οίκον και υπείρησε στύλους επτά».
Η Σοφία… μα ποιά σοφία τάχα; Η σοφία των ανθρώπων; Η σοφία των αγγέλων; Όχι, λέει ο Απόστολος Παύλος: «Σοφία, ην ούδεις των αρχόντων του αιώνος τούτου εγνωκε». Η αληθινή, η υπέρ φύσιν και υπέρ άνθρωπον οικοδομή της Εκκλησίας δεν ήταν δυνατόν να είναι εφεύρημα κτιστής σοφίας. Είναι επομένως αυτή αύτη η ανωτάτη Σοφία του Θεού.
Αυτή που με στάθμη, μέτρο και αριθμό έκτισεν αρρήτως τα πάντα .
Αυτή που κάθεται στον ουρανό επί θρόνου δόξης και προσκυνείται από τους αγγέλους.
Αυτή «ωκοδόμησεν εαυτή», έκτισε εδώ στη γη «οίκον» για να προσκυνήται, και από τους ανθρώπους. ΄Εκτισε οίκο προσευχής οίκον αγιασμού, οίκον σωτηρίας, την Εκκλησία. Και έβαλε θεμέλιον αυτού του οίκου Του την ομολογία εκείνη που σήμερα ακούσατε από τον Ναθαναήλ:
«Ραββί, συ ει ο Υιός του Θεού».
Είναι η ίδια που έκανε και ο Πέτρος, όταν ωμολόγησε: «Συ ει ο Χριστός ο Υιός του Θεού του ζώντος».
Μαθαίνουμε, λοιπόν, πως αυτός ο Υιός του ζώντος Θεού, αυτός που με την καρδιά μας πιστεύουμε και με το στόμα ομολογούμε, είναι το βασικό θεμέλιο της Εκκλησίας, είναι ο ακρογωνιαίος λίθος, η ασάλευτη και αρραγής πέτρα της πίστεως.
Με αυτό τον τρόπο προφητεύει ο Ησαΐας: «Ιδού τίθημι υμίν λίθον ακρογωνιαίον, εκλεκτόν, έντιμον, και ο πιστεύων εις αυτόν ου μη καταισχυνθή».
Το αυτό προφητεύει και ο Δαυΐδ: «Λίθον, ον απεδοκίμασαν οι οικοδομούντες, ούτος εγεννήθη εις κεφαλήν γωνίας».
Το ίδιο μας διδάσκει ο Απόστολος Παύλος: «Θεμέλιον γαρ άλλον, ουδείς δύναται θείναι παρά τον κείμενον, ος εστιν Ιησούς ο Χριστός».
Έτσι ερμηνεύει ο Θεοδώρητος στον τρίτο λόγο του Άσματος των Ασμάτων, ο Μέγας Βασίλειος στό λόγο περι Μετανοίας και στο Πρόσεχε σεαυτώ, ο Ιερός Χρυσόστομος στήν ερμηνεία του Ματθαίου και πολλοί άλλοι διδάσκαλοι της Πίστεως.
Ο Κύριος παριστά αυτή την στερέωση του μυστικού οίκου αλληγορικά. Λέει πως ο φρόνιμος άνθρωπος «εθεμελίωσε την οικίαν αυτού εις την πέτραν. Και κατεβη η βροχή και ήλθον οι ποταμοί και επνευσαν οι άνεμοι και προσέπεσαν τη οικία εκείνη και η οικία ουκ έπεσε, τεθεμελίωτο γάρ επί την πέτραν».
Οικία θεμελιωμένη επάνω στην πέτρα, στερεά και ασάλευτη είναι η Εκκλησία του Χριστού, κτισμένη από το Φρόνιμο, τον Πάνσοφο, τον Θείον Αρχιτέκτονα.
Με τρεις τρόπους επεχείρησεν ο διάβολος να την γκρεμίσει. Με βροχή, για να την καταπόντισει. Με ποταμούς, για να την ξεθεμελιώσει. Μα ανέμους, για να την κατεδαφίσει.
Αυτοί οι τρεις εχθροί που ξεσήκωσε για να την πολεμήσουν ήσαν οι Ιουδαίοι, οι τύραννοι και οι αιρετικοί.
Πρώτα-πρώτα κατέβηκε η βροχή, ο φθόνος δηλαδή των Ιουδαίων. Αυτοί που σταύρωσαν τον Κτίστη της οικίας, φαντασθήτε πόσο μισούσαν τους συνεργούς Του, τους μαθητάς. Το όνομα του Χριστού, που φανερά πια εκηρύττετο, τους κάρφωνε την καρδιά. Το μεγαλείο της Εκκλησίας, που αυξανόταν καθημερινά εις βάρος της Συναγωγής, τους φαρμάκωνε τη ψυχή.
Είναι αδύνατον να περιγράψει κανείς πόσες επιβουλές, πόσες συκοφαντίες, πόσους διωγμούς, πόσους πολέμους έκαναν εναντίον των Αποστόλων και των νέων χριστιανών.
Όπως όλοι γνωρίζετε, ο κατακλυσμός που στα παλιά εκείνα χρόνια κατεπόντισε όλη τη γη, κράτησε σαράντα μερόνυχτα. Ο κατακλυσμός του Ιουδαϊκού φθόνου κράτησε σαράντα χρόνια με σκοπό να καταπόντισει την Εκκλησία .
Αλλά καθώς τότε η Κιβωτός δεν καταποντίσθηκε άλλ’ όσον αυξανόταν η βροχή, τόσο υψωνόταν η Κιβωτός, η οποία αβλαβής «επεφέρετο επάνω του ύδατος», έτσι ακριβώς και η Εκκλησία δεν βλάφτηκε διόλου απ’ το φθόνο των Ιουδαίων.
Όσο αυξανόταν ο φθόνος των Ιουδαίων, τόσον αυξανόταν και η πίστη των χριστιανών.
Άλλ’ οι Ιουδαίοι γρήγορα εξωλοθρεύθηκαν από τα στρατεύματα των Ρωμαίων και έτσι έπαυσε η βροχή.
Μα ήλθαν οι ποταμοί. Ποταμοί θεόρατοι και μεγάλοι. Ποταμοί που έτρεχαν όχι με νερά αλλά με τα αίματα των σφαγμένων χριστιανών.
Αυτοί είναι οι τύραννοι της Παλαιάς και της Νέας Ρώμης, οι χριστιανομάχοι, οι διώκτες της πίστεως που όρμησαν με ένα φοβερό διωγμό να γκρεμίσουν εκ θεμελίων την Εκκλησία.
Ξέρετε πόσοι ήσαν; Δέκα οκτώ τον αριθμό. Οι σημαντικώτεροι ήσαν: Νέρων, Δομετιανός, Τραϊανός, Αντωνίνος, Μάρκος Αυρήλιος, Αυρηλιανός, Μαξιμιανός, Λικίνιος, Κώνστας, Ιουλιανός ο Παραβάτης, Ουάλλης, Λέων ο Ίσαυρος, Κωνσταντίνος ο Κοπρώνυμος και Θεόφιλος ο Είκονομάχος.
Ξέρετε πόσον καιρό διάρκεσε ο διωγμός; Πεντακόσια χρόνια και περισσότερα. Ξέρετε πόσοι έμαρτύρησαν κάτω από τόσους τυράννους και στα τόσα χρόνια;
Μετρήστε τα άστρα του ουρανού ή την άμμο της θάλασσας. Αν ο Θεός διατηρούσε τα αίματα τόσων χριστιανών, που μαρτύρησαν για την πίστη του Χριστού, θα γινόταν μια Ερυθρά θάλασσα αγίων αιμάτων.
Καλά λοιπόν. Ήλθαν οι ποταμοί. Τι έκαμαν; Πέρασαν, αφανίσθηκαν οι τύραννοι, έπεσαν βασιλείς και βασιλείες, «απώλετο το μνημόσυνον αυτών μετ’ ήχου».
Οι χριστιανοί φονευόμενοι πληθύνονταν, διωκόμενοι αυξάνονταν. Πολεμούμενοι στερεώθηκαν, πειραζόμενοι λαμπρύνθηκαν περισσότερο στην αρετή.
Κατόπιν επνευσαν οι άνεμοι.
Ήλθαν οι αιρετικοί που ξεσηκώθηκαν απ’ όλα τα μέρη του κόσμου. Άνεμοι στ’ αλήθεια σφοδροί στη γνώμη, αντίθετοι στην Ορθοδοξία, αντίθετοι και αναμεταξύ τους. Με τις διάφορες αιρέσεις τους έφεραν μεγάλη ζάλη στην Εκκλησία του Χριστού.
Αυτοί είναι άπειροι στον αριθμό και μου είναι αδύνατον να τους μετρήσω.
Θ’ απαριθμήσω μόνον τους πιο σπουδαίους απ’ αυτούς: Γνωστικοί, Οφίτες, Μοντανιστές, Σαβελλιανοί, Χιλιαστές, Παυλιανοί, Μανιχαΐοι, Δονατιστές, Αρειανοί, Ευνομιανοί, Ανθρωπομορφίτες, Μακεδονιανοί, Πελαγιανοί, Νεστοριανοί, Διοσκορίτες, Σεβηριανοί, Μονοθελήτες, Εικονομάχοι, Λουθηρανοι και Καλβινιστές.
Ο ενας βλασφημεί γενικώς εναντίον του Θεού, ο άλλος εναντίον του Πατρός, άλλος εναντίον του Υιού και άλλος εναντίον του Αγίου Πνεύματος. Άλλος εναντίον των Μυστηρίων. Όλοι εκ συμφώνου κινούνται, ορμούν, μάχονται κατά της Εκκλησίας του Χριστού.
Ποιος μπορεί να διηγηθεί τις τόσες Συνόδους, τα τόσα συνέδρια, τις τόσες διαλέξεις; Τους πολέμους, τα σκάνδαλα, τα σχίσματα, τους θορύβους, τις ταραχές, τις εξορίες, τους θανάτους;
Αλλ’ επί τέλους κατέπεσαν και οι άνεμοι, εξουδετερώθηκαν οι αίρετικοι και οι αιρέσεις.
Έπαυσεν η ζάλη, ακολούθησε η ειρήνη.
Ιδού η Όρθοδοξία λάμπει καθαρή και αμόλυντη στην Εκκλησία του Χριστού.
Έπεσεν η βροχή, ήλθαν τα ποτάμια, επνευσαν οι άνεμοι, αλλ’ ο οίκος του Χριστού, η Εκκλησία δεν έπεσε. Στέκει στερεή και ασάλευτη: «τεθεμελίωτο γαρ επί την πέτραν».
Είναι θεμελιωμένη επάνω στην αρραγή ακρογωνιαία πέτρα, τον Χριστό, τον Υιό του Θεού του ζώντος και «πύλαι άδου, ου κατισχύσουσιν αυτής».
Άραγε αυτή δεν είναι μια θεία στερέωση; Κι’ εκείνη που την στερέωσε δεν είναι η δεξιά του Υψίστου; Ναι «δεξιά Κυρίου εποίησε δυναμιν».
Ω πίστη των χριστιανών που είσαι θεία κατά την αρχήν, θεία κατά την αύξηση, θεία στή στερέωση, όλη θεία!
Εσύ ξεκίνησες από τον Θεό, εσύ αυξήθηκες από τον Θεό, εσύ στερεώθηκες από τον Θεό.
Εσύ είσαι η αληθινή διδασκαλία. Όποιος σε αποδέχεται, εκείνος πιστεύει ορθά στην Εκκλησία.
Εσύ είσαι ο σωστός δρόμος. Όποιος περπατήσει σ’ αυτόν, φθάνει σίγουρα στον Παράδεισο.
Χριστιανέ Ορθόδοξε·
Έχεις χρέος να ευχάριστείς χίλιες φορές τον Θεό γιατί ευδόκησε να γεννηθείς μέσα σε μια τέτοια πίστη.
Ένας παλιός φιλόσοφος ευχαριστούσε τους θεούς για τρία πράγματα: Πρώτον, γιατί γεννήθηκε άνδρας και οχι γυναίκα. Δεύτερον, γιατί ήταν Έλληνας καί όχι βάρβαρος. Τρίτον, γιατί ήταν σοφός και όχι άμαθής.
Εσύ έχεις χρέος να ευχαριστείς τον Θεό για τρία άλλα πράγματα:
Πρώτον γιατί γεννήθηκες χριστιανός και όχι άπιστος· δεύτερον γιατί είσαι Ορθόδοξος χριστιανός και όχι αιρετικός· τρίτον… έχε υπομονήν και θα στο πω στο δεύτερο μέρος.
Συνεχίζεται…