ΣΥΝΑΞΑΡΙΟ ΤΟΥ ΤΡΙΩΔΙΟΥ- Κυριακή Β΄ Νηστειών Μνήμη του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. (1)
14 Μαρτίου 2009
Στιχ. Φωτός λαμπρόν κήρυκα νυν όντως μέγαν
Πηγή φάους άδυτον άγει πρός φέγγος.
Μετ. Φωτός ακτίστου κήρυκα λαμπρό και όντως μέγα,
η Πηγή του φωτός τον οδηγεί πρός φέγγος άδυτο.
Ο Γρηγόριος ο Παλαμάς, αυτός ο υιός του θείου και ανεσπέρου φωτός, ο αληθινός πράγματι άνθρωπος του Θεού και θαυμαστός υπηρέτης και λειτουργός των θείων, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη (περί το 1296 μ.Χ) από επιφανείς και ενδόξους γονείς, καταγομένους από την Ασία. Από πολύ νέος ο Γρηγόριος φρόντισε να κοσμήσει με αρετή και παιδεία όχι μόνον τον εξωτερικό και κατ’ αίσθηση άνθρωπο, αλλά – και μάλιστα πολύ περισσότερο – τον εσωτερικό και μη ορατό. Ενώ ήταν ακόμη σε πολύ νεαρή ηλικία, απεβίωσε ο πατέρας του. Έτσι, μόνος προστάτης γι’ αυτόν, τους αδελφούς του και τις αδελφές του έμεινε η μητέρα του, η οποία και τους ανέθρεψε και τους εκπαίδευσε «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου», διδάσκοντάς τους τα ιερά γράμματα. Προσέτι δε η ευσεβής και φιλότεκνη εκείνη μητέρα έστειλε τα παιδιά της σε σοφούς διδασκάλους, για να ασκηθούν και στην έξω, στη θύραθεν όπως λέγεται, παιδεία και φιλοσοφία. Τοιουτοτρόπως ο Γρηγόριος, ο οποίος ήταν ευφυέστατος και διέθετε οξεία και γρήγορη αντιληπτική ικανότητα, σπούδασε μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα όλη την αρχαιοελληνική φιλολογία και προπαντός την αριστοτελική λογική.
Μόλις έφτασε στην ηλικία των είκοσι περίπου ετών, θεωρώντας όλα τα του κόσμου ασήμαντα και ονείρων απατηλότερα, επιζητούσε να τρέξει πρός τον Θεό, τόν αίτιο και χορηγό κάθε σοφίας, και να αφιερώσει σ’ Αυτόν ολόκληρο τον εαυτό του διά τελειοτέρου βίου. Έσπευσε λοιπόν και αποκάλυψε στη μητέρα του τον θεοφιλή του σκοπό και τον από πολύ χρόνο πόθο του και διακαή έρωτα πρός τον Θεό. Και το ευχάριστο ήταν ότι τη βρήκε και εκείνη να λαχταράει τα ίδια από πολύν καιρό και να χαίρει γι’ αυτά εξίσου μ’ αυτόν. Έτσι αυτή συνοίθρησε αμέσως τα παιδιά της και, αφού είπε με ευφροσύνη: «ιδού εγώ και τα παιδία α μοι έδωκεν ο Θεός» ζήτησε να πουν τη γνώμη τους για τον μοναχισμό και τους αποκάλυψε τον μεγάλο πόθο του Γρηγορίου. Εκείνος δε, χρησιμοποιώντας πρός αυτούς παραινετικά λόγια, και προτού ολοκληρώσει τις σκέψεις του, τους είδε όλους να πείθονται και να τον ακολουθούν με προθυμία πρός τον ίδιο πόθο και τη φυγή από τα εγκόσμια. Έτσι λοιπόν ο Γρηγόριος, αφού διένειμε, κατά το Ευαγγέλιο, τα υπάρχοντά του στους φτωχούς, εγκατέλειψε ολόψυχα τη βασιλική ευμένεια, τις τιμές και τις ζητωκραυγές στα βασιλικά ανάκτορα και αφιερώθηκε εξολοκλήρου στον Χριστό, ασπάστηκε δηλαδή τον μοναστικό βίο. Εγκατέστησε αμέσως τη μητέρα του και τις αδελφές του σε Παρθενώνα, δηλαδή σε γυναικείο Μοναστήρι, και αυτός πήρε τους αδελφούς του και πήγε στο αγιώνυμο Όρος, τον Άθω. Εκεί στο Άγιον Όρος έπεισε εν πρώτοις τους αδελφούς του να εγκαταβιώσουν σε άλλες Μονές, επειδή οι περιστάσεις δεν επέτρεπαν να διάγουν τον κατά Θεόν βίο και οι τρεις μαζί. Εκείνος έγινε υποτακτικός σε έναν θαυμάσιο άνδρα, που ζούσε (στη Μονή Βατοπαιδίου) εν ησυχία για τον Θεό και έλαμπε κατά την πράξη και τη θεωρία, ονόματι Νικόδημο. Από αυτόν ο Γρηγόριος έμαθε διά πράξεων κάθε εντολή και κάθε αρετή με ταπείνωση ψυχής. Εκεί, κοντά στον θείο εκείνον άνδρα, δέχτηκε κατ’ αποκάλυψη μυστική την αντίληψη (=προστασία) και ακαταμάχητη βοήθεια της πάναγνης Θεοτόκου.
Συνεχίζεται…