Ο Χαρισματούχος υποτακτικός -ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ
6 Μαρτίου 2009
Ο ΧΑΡΙΣΜΑΤΟΥΧΟΣ ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΟΣ
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΦΡΑΙΜ Ο ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗΣ (1912- 1990)
(68ο )
Ένας ευλαβής ιερέας, μας είπε, ότι επισκέφθηκε τον Γέροντα για να πάρει την ευλογία του και να τον παρακαλέσει να προσεύχεται για την οικογένειά του και κυρίως για την πρεσβυτέρα του, που σήκωνε μεγάλο βάρος, γιατί γηροκομούσε τα πεθερικά της.
Όταν μπήκα στο κελλί του Γέροντος, πριν προλάβω να του πω κάτι για τα θέματά μου, τον άκουσα να μου λέει: « Η πρεσβυτέρα σου είναι πολύ καλή. Να της πεις, να κάνει υπομονή στην γηροκόμηση των γονέων σας και θα έχει μεγάλο μισθό από τον Θεό. Αυτό που κάνει είναι έργο Θεού».
Στην συνέχεια τον ρώτησε πόσα παιδιά είχε. «Τέσσερα, Γέροντα». Ο Γέροντας έμεινε σκεφτηκός. Μετά ξαναρώτησε. «Τέσσερα;». «Ναι, Γέροντα». «Μα τέσσερα;». Τότε ο ιερέας του είπε: «Δηλαδή, Γέροντα, ήταν πέντε, αλλά το ένα πέθανε μικρό». «Ααα!!!», έκανε ο Γέροντας επιφωνηματικά, εκφράζοντας την λύση της απορίας του. Και στην συνέχεια είπε: «Αφού έχεις τέσσερα παιδιά μπορείς να λειτουργείς όποτε θέλεις», επαινώντας την πολυτεκνία ως ευλογία.
Ένας από τους αδελφούς της συνοδίας μας, τον επισκέφθηκε μετά την ρασοευχή, για να πάρει την ευχή του.
Μετά τις ευχές, τις νουθεσίες και τον ασπασμό του, είπε στον μοναχό. «Εσύ, παιδάκι μου, έγινες μοναχός από τις ευχές που έκανε το αδελφάκι σου, που είναι αγγελούδι στον ουρανό. Να προσέχεις τώρα στην ζωή σου, για να κερδίσεις το δώρο του ουρανού». Ο αδελφός απόρησε, γιατί ποτέ δεν άκουσε από τους δικούς του, ότι είχε αδελφό που δεν ζούσε. Όταν ήλθε ο πατέρας του, πληροφορήθηκε ότι πράγματι ένα παιδάκι, που γεννήθηκε νωρίτερα από αυτόν δεν έζησε πολύ και μετά το βάπτισμα του πέθανε.
Ο ίδιος αδελφός, όταν έγινε μεγαλόσχημος μοναχός, πήγε πάλι να πάρει την ευχή του Γέροντος. Τον αγκάλιασε και τον ευχήθηκε. Αφού τον ρώτησε «πώς εκλήθης αδελφέ;» και είπε το όνομά του, τον συμβούλευσε να κάνει υπακοή στον Γέροντά του.
Μετά ο Γέροντας, για να διδάξει στον μοναχό πρακτικά την αυταπάρνηση και υπακοή, του έδωσε ένα ποτήρι και του είπε: «Φέρε μου, λίγο νερό, αλλά πιο κάτω από το μισό». Όταν ο μοναχός έφερε το ποτήρι με το νερό, του λέει με ύφος επιβλητικό. «Χύσε το κάτω». Ο μοναχός δεν κατάλαβε το νόημα και ξαφνιασμένος έμεινε ακίνητος. Ο Γέροντας με αυστηρό ύφος επανέλαβε. « Σου είπα, άδειασέ το κάτω». Το έχυσε στο πάτωμα, χωρίς να καταλαβαίνει την εντολή του Γέροντος, αν και είχε κάπως γνώση της υπακοής. Αμέσως δέχθηκε ένα χαστούκι από το Γέροντα, που με αυστηρή φωνή του είπε: «Βρε, τρελλάθηκες και έχυσες το νερό;». Ξύπνησε τότε ο μοναχός από τον ύπνο της αυταρεσκείας και είπε: «Γέροντα, ευλόγησον». Ε! αυτό ήταν. Αυτό ήθελε να ακούσει ο γίγαντας αυτός της υπακοής. Με ήπιο ύφος του είπε: «Θεός συγχωρέσει σε, παιδί μου. Την ευχή μου νάχεις. Αν έλεγες, μα εσύ μου είπες Γέροντα να το χύσω, θα έχανες τον κόπο σου». Τον ευλόγησε πατρικά διδάσκοντάς τον την πρακτική αρχή της μετανοίας.
Συνεχίζεται…