Ο Χαρισματούχος υποτακτικός – Πειρασμοί και θλίψεις
15 Φεβρουαρίου 2009
Ο ΧΑΡΙΣΜΑΤΟΥΧΟΣ ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΟΣ
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΦΡΑΙΜ Ο ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗΣ (1912- 1990)
(51ο )
Κάποτε μας αφηγήθηκε, ότι υπέφερε δύο φορές από κάποιο σκληρό πειρασμό, που τον εμπόδιζε να λειτουργήσει. Παρά τις επίμονες παρακλήσεις του δεν εισακούστηκε από τον Θεό. Τότε στράφηκε προς τον φύλακα άγγελο και με παράπονο του είπε: « Δεν απεστάλης συ πρός φυλακή και βοήθεια μου; Γιατί δεν με βοηθείς σε αυτή την δοκιμασία;». Πράγματι, αμέσως έφυγε ο πειρασμός και λειτούργησε. Το πνεύμα της απογνώσεως είναι το πιο σκληρό μαρτύριο. Εύχομαι στους πνευματικούς αυτούς αθλητές να μην τους εκλείψει η καρτερία και η επιμονή. « Μακάριος άνθρωπος ον αν παιδεύσης Κύριε και εκ του νόμου σου διδάξης αυτόν» ( Ψαλ. 93,12).
Συνιστούσε πολύ την υπομονή ως απαραίτητο μέσο σωτηρίας στις θλίψεις ο μακάριος Γέροντας. Μας διηγόταν για την αυστηρότητα και φιλοπονία του Γέροντος μας Ιωσήφ, που ήταν σχεδόν κλεισμένος στον τάφο. Αναφερόταν και σε κάποιον άλλο Γέροντα Γαβριήλ που είχε πόθο να κοινωνεί κάθε ημέρα. Αυτός ο Γέροντας έκανε άκρα νηστεία και αυτό του προκαλούσε φυσιολογικά δυσκολία. Κάποτε τόσος ήταν ο πόνος και η αγωνία του «υπέρ φύσιν» και κοίταζε ψηλά στον ουρανό. Ξαφνικά κάτι τον παρηγόρησε και άρχισε να φωνάζει: «Λουλούδια, λουλούδια, αρώματα» και λέγοντας αυτά παρέδωσε την μακαρία ψυχή του στα πραγματικά λουλούδια της αιωνιότητος.
Σωματική ασθένεια και θεραπεία
«Ήδιστα ουν μάλλον καυχήσομαι εν ταις ασθενείαις μου, ίνα επισκηνώση επ’ εμέ η δύναμις του Χριστού» ( Β΄Κορ. 12, 9).
Από μικρός ο Γέροντας ήταν αλλεργικός. Μας έδειχνε το ένα πόδι, που φαινόταν πάντοτε ερεθισμένο. Όταν η κόπωση αυξανόταν, τότε αυτό ερεθιζόταν περισσότερο και μετέδιδε τα συμπτώματα και στο υπόλοιπο σώμα.
Όταν και σε μας συνέβαιναν θλίψεις, είτε από κάποια ασθένεια ή άλλη αιτία και προκαλούσαν φόβο ή αποθάρρυνση, μας παρηγορούσε με ένα δικό του περιστατικό που μας δυνάμωνε το ηθικό, αλλά μεγάλωνε και την προθυμία μας.
«Κάποτε, μας έλεγε, αυτή η αλλεργική ασθένειά μου δυνάμωσε απότομα. Από τους σωματικούς κόπους, γιατί υπηρετούσα δύο Γέροντες, γέμισε το σώμα μου χονδρά σπυριά με ερεθιστική φαγούρα. Τα μάτια μου ακόμα ερεθίστηκαν, και σχεδόν όλο μου το πρόσωπο παραμορφώθηκε.
Πήγα σιγά σιγά στο εκκλησάκι μας και με παράπονο άρχισα να κλαίω μπροστά στην εικόνα της Παναγίας μας. “Παναγία μου, Της έλεγα, τώρα θα σου θυμίσω τα λόγια Σου, όταν μας παρηγορούσες, ότι θα είσαι και θα μείνεις πάντοτε η κηδεμόνας, η τροφός και γιατρός μας. Που θα καταφύγω τώρα εγώ ο ταπεινός, όπως είμαι για να βρώ παρηγοριά”.
Συνεχίζεται…