Σκέψεις για την Εκκλησιαστική Περιουσία
5 Δεκεμβρίου 2008
του κ. Γεωργίου Ι. Μαντζαρίδη
ομότιμου καθηγητή της Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.
Η εκκλησία είναι θεανθρώπινη κοινωνία. Η ζωή και η παρουσία της μέσα στον κόσμο έχει την πνευματική όπως και την υλική της πλευρά. Έτσι είναι φυσικό να χρειάζεται και τα απαραίτητα υλικά και οικονομικά μέσα. Γι’ αυτό οι πιστοί θεωρούσαν πάντοτε υποχρέωσή τους να συνεισφέρουν από το περίσσευμα ή από το υστέρημά τους στην εκκλησία. Όταν μάλιστα αναγνωρίστηκε επίσημα… από το κράτος, δόθηκαν σε αυτήν νομικές και οικονομικές διευκολύνσεις και παροχές.
Από την άλλη πλευρά η εκκλησία φρόντιζε να αξιοποιεί τα υλικά και οικονομικά μέσα πού είχε στή διάθεσή της με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Κύριο μέλημά της ήταν να βοηθάει τους πτωχούς, να συμπαρίσταται στους αναγκεμένους, να παρέχει φιλοξενία, να ενισχύει χήρες και ορφανά, να κτίζει διάφορα φιλανθρωπικά ιδρύματα, νοσοκομεία, πτωχοκομεία, γηροκομεία κ.τ.λ. Αυτά πού ανέλαβε στην εποχή μας το λεγόμενο κοινωνικό κράτος αποτελούσαν προτεραιότητες της εκκλησίας από την εποχή της συστάσεως και της λει-τουργίας της μέσα στην ιστορία.
Το ίδιο συμβαίνει και με τα μοναστήρια πού λειτουργούν μέσα στους κόλπους της εκκλησίας. Αυτά, εκτός από την ιδιαίτερη απο-στολή τους πού ήταν και παραμένει πάντοτε η άσκηση των μοναχών και η όσο το δυνατό απερίσπαστη επίδοσή τους στην προσευχή, ασκούσαν και σημαντικότατο κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο. Αλλωστε χαρακτηριστικό γνώρισμα του ορθόδοξου μοναχού είναι να συμπάσχει με τους πάσχοντας, να βοηθεί τους ασθενείς και να φροντίζει για την φιλοξενία όλων. Όσοι πάλι είχαν το ιδιαίτερο χάρισμα και την αντοχή να μείνουν χωρίς κανένα κοσμικό στήριγμα και καμία ανθρώπινη εξασφάλιση, πήγαιναν έξω από τις μονές και ζούσαν ως ερημίτες προσευχόμενοι για τον εαυτό τους και για όλον τον κόσμο.
Βλέποντας λοιπόν οι πιστοί το πολύτιμο έργο των μοναχών και γνωρίζοντας την προσωπική τους πτωχεία, έδιναν πρόθυμα χρήματα ή και ολόκληρες περιουσίες στα μοναστήρια. Εξάλλου πολλά επί-σημα πρόσωπα, ακόμη και αυτοκράτορες του Βυζαντίου με χρυσόβουλά τους πρόσφεραν πλούσιες χορηγίες, προκειμένου να στηριχθούν οι μονές και να ασκήσουν απερίσπαστα το πνευματικό έργο τους. Έτσι συγκεντρώνονταν σημαντικά περιουσιακά στοιχεία, πού έκαναν δυνατή όχι μόνο τη συντήρηση των μοναστηριών και τη διαβίωση των μοναχών, αλλά και την άσκηση του κοινωνικού, φιλανθρωπικού και πολιτιστικού έργου τους.
Ο προβληματισμός βέβαια για την περιουσία των μοναστηριών και την ορθότητα ή μή της διατηρήσεώς της υπήρξε και στο παρελθόν μεταξύ των ίδιων των μοναχών. Ενδιαφέρουσα είναι η διαμάχη πού σημειώθηκε τον δέκατο έκτο αιώνα στον ρωσικό μοναχισμό μεταξύ δύο επιφανών οσίων· του Νείλου της Σόρας και του Ιωσήφ του Βολοκολάμσκ. Ο όσιος Νείλος, ανικανοποίητος από την πνευματική κατάσταση του μοναχισμού, θέλησε να τον ανορθώσει επαναφέροντας πιστά την απλότητα και την ακτημοσύνη της αποστολικής περιόδου. Ο όσιος Ιωσήφ, προβάλλοντας το κοινοτικό πνεύμα της μοναχικής ζωής και τον εκκλησιαστικό προορισμό της, υποστήριζε την ανάγκη υπάρξεως περιουσίας στις μονές για την πραγματοποίηση κοινωνικού και εκκλησιαστικού έργου. Έτσι άρχισε το 1515 μια μακροχρόνια τριβή μεταξύ των μερίδων με τελική επικράτηση των Ιωσηφιτών.
Πέρα όμως από κάθε προβληματισμό η περιουσία των μονών, όπως και γενικότερα η εκκλησιαστική περιουσία, θεωρούνταν πάντοτε ιερή και απαραβίαστη. Αυτό άλλωστε υπαγόρευε τόσο η διάθεση αυτών πού είχαν προσφέρει, όσο και ο σκοπός για τον οποίο προοριζόταν. Ήταν ένα απτό μέσο εκδηλώσεως αγάπης και κοινωνίας των πιστών μεταξύ τους και προς τον Θεό. Και είναι χαρακτηριστικό ότι όχι μόνο οι χριστιανοί αλλά και οι αλλόθρησκοι σέβονταν την εκκλησιαστική περιουσία, «τά βακούφια», όπως τα έλεγαν, και δεν σκέφτονταν να τα σφετεριστούν ή να τα αμφισβητήσουν. Η ίδια όμως η εκκλησία παραχωρούσε, όταν έπρεπε, άφθονα περιουσιακά στοιχεία, για να καλύψει ανάγκες του λαού και να λύσει επείγοντα προβλήματά του. Αυτό συνέβη τελευταία και κατά την Μικρασιατική καταστροφή, πού οι περισσότεροι πρόσφυγες βρήκαν αποκούμπι σε προσφορές γής και περιουσίας από μοναστήρια και ειδικότερα από το Άγιον Όρος. Τότε δόθηκαν συνολικά από τις είκοσι ιερές Μονές του Αγόυ Όρους ένα εκατομμύριο διακόσιες χιλιάδες στρέμματα γής, από τα οποία τα εκατό χιλιάδες στρέμματα προέρχονταν από την ιερά Μονή Βατοπαιδίου. Αλλωστε πολλά τοπωνύμια της Χαλκιδικής μαρτυρούν και σήμερα τα μοναστήρια στα οποία ανήκαν.
Γι’ αυτό οι διάφορες επικρίσεις πού ακούονται κατά καιρούς εναντίον της εκκλησιαστικής και μοναστηριακής περιουσίας από ανθρώπους οι οποίοι συχνά δεν έχουν έγκυρη πληροφόρηση είναι ακατανόητες. Και γίνονται ακόμα πιο ακατανόητες, όταν χρησιμοποιούνται επιχειρήματα, πού δεν προσβάλλουν μόνο την επιθυμία των διαθετών, αλλά και τροφοδοτούν αθέμιτες διεκδικήσεις ξένων και αλλοθρήσκων σε βάρος πολύτιμων θησαυρών του γένους μας πού βρίσκονται σήμερα απομονωμένοι σε διάφορες περιοχές της γής.
Η περιουσία της εκκλησίας, η περιουσία των μοναστηριών, είναι απαραίτητη για την λειτουργία τους και την άσκηση του φιλανθρωπικού τους έργου. Είναι το μέσο με το οποίο γίνεται σήμερα προσιτή η παρουσία τους και προσφέρεται η πολύτιμη θαλπωρή και ενίσχυσή τους. Γι’ αυτό και η αξιοποίησή της αποτελεί επιτακτική ανάγκη και ιερή υποχρέωση των υπευθύνων. Αν ο καθένας για τον εαυτό του ή για την οικογένειά του θεωρεί υποχρέωση να διαχειριστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα περιουσιακά του στοιχεία, πολύ περισσότερο οφείλουν οι υπεύθυνοι παράγοντες της εκκλησίας και των ιερών μονών να διαχειρίζονται την ιερή περιουσία, αφού δεν πρόκειται για δική τους υπόθεση και δικό τους συμφέρον, αλλά για το καλό όλου του λαού και την κοινή ωφέλεια.
Μέσα στην προοπτική αυτή τοποθετείται και η επιθυμία του αρχιμανδρίτου π. Εφραίμ, καθηγουμένου της ιεράς Μονής Βατοπαιδίου, για την αξιοποίηση της περιουσίας της Μονής του. Αλλωστε η περιουσία αυτή δεν είναι μόνο οι πολύτιμοι θησαυροί, τα χειρόγραφα, οι εικόνες και τα έργα τέχνης, πού αποτελούν ανεκτίμητους θησαυρούς του ορθοδόξου λαού, αλλά και οι οικονομικοί πόροι, πού είναι απαραίτητοι για την διατήρηση και την συντήρηση αυτών, όπως και των μοναχών πού τα φυλάσσουν ή των χιλιάδων προσκυνητών πού κατακλύζουν το Άγιον Όρος ή βοηθούνται από αυτό. Όσοι γνώριζαν την κατάσταση της Μονής Βατοπαιδίου πριν από την εγκατάσταση του πατρός Εφραίμ και της συνοδίας του, και βλέπουν τί συντελέστηκε κατά την διάρκεια της ηγουμενίας του, δεν μπορούν να μην εκφράσουν τον θαυμασμό τους.
Πηγή: Περιοδικό Ρεσάλτο, τχ. 34, Δεκέμβριος 2008