Ενημερωτικό σημείωμα της Μονής Βατοπαιδίου
30 Οκτωβρίου 2008
Διαβάστε ένα αναλυτικό κείμενο της Μονής Βατοπαιδίου που πληροφορεί με σαφήνεια για την κυριότητα της Μονής πάνω στη λίμνη Βιστωνίδα και την ανταλλαγή της με ακίνητα του Ελληνικού Δημοσίου.
Εν Βατοπαιδίω τη 5η/18η Οκτωβρίου 2008
ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΟΥ
Η Ιερά Μονή Βατοπαιδίου, στα πλαίσια των ευθυνών και του καθήκοντός της, ενήργησε με νόμιμους τρόπους και διαφανείς διαδικασίες στα θεσμοθετημένα όργανα του Ελληνικού Δημοσίου για την προστασία των δικαιωμάτων της στο μετόχι της Λίμνης Βιστωνίδας.
Η κυριότητα της Ιεράς Μονής μας στή Λίμνη Βιστωνίδα και τις παραλίμνιες εκτάσεις και νησίδες της είναι αδιαμφισβήτητη και νομικά πλήρως τεκμηριωμένη. Όλοι οι τίτλοι της Μονής, χρυσόβουλλα κ.λπ. στή Λίμνη Βιστωνίδα αναγνωρίζονται παγίως από τα Ελληνικά δικαστηρία ως τίτλοι κυριότητας, με αφετηρία Χρυσόβουλλο Λόγον του Νικηφόρου Βοτανειάτη το έτος 1080 και εν συνεχεία Χρυσοβούλλους Λόγους του Ανδρονίκου Παλαιολόγου του Γ΄ το έτος 1329, Ιωάννου Παλαιολόγου, το έτος 1357, του Ηγεμόνος Ιωάννου Ούγγλεση τα έτη 1369 και 1371.
Οι Οθωμανοί κατακτητές σεβάσθηκαν τα προνόμια της Εκκλησίας και των Ιερών Μονών, δημιουργούντες με αυτόν τον τρόπο τις προϋποθέσεις για τη διατήρηση της θρησκείας και συγχρόνως της εθνικής συνοχής, της γλώσσας και των παραδόσεων του Ελληνισμού. Με σειρά φιρμανίων των Σουλτάνων και τον «Αχτιναμέ», με τον οποίον ο Μωάμεθ ο Πορθητής χορήγησε στον Οικουμενικόν Πατριάρχη Γεννάδιο Σχολάριο τα γνωστά σ’ όλους «Προνόμια» και διασφάλισε το αναπαλλοτρίωτο της Εκκλησιαστικής περιουσίας, αναγνωρίσθηκαν στις Μονές του Αγίου Όρους όλα τα προνόμια πού αποκτήθηκαν κατά τους βυζαντινούς χρόνους.
Η κυριότητα της Ιεράς Μονής στή λίμνη και γενικά την περιοχή της επιβεβαιώνεται με συνοδικά έγγράφα και σιγίλλια των Πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως (Πατριάρχης Νεόφυτος Ζ΄ έτους 1731, Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ έτους 1808, Πατριάρχης Κωνστάντιος Α΄ έτους 1835, Πατριάρχης Γρηγόριος Στ΄ έτους 1839, ο Τοποτηρητής του Οικουμενικού Θρόνου Μητροπολίτης Προύσσης Δωρόθεος έτους 1919).
Μετά δε την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα (1946), ορίσθηκε στον Εισαγωγικό Νόμον του, άρθρο 51, ότι τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα, τα οποία αποκτήθηκαν πριν την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα κρίνονται σύμφωνα με το δίκαιο πού ίσχυε κατά τον χρόνο της αποκτήσεώς τους.
Τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα της Μονής στή λίμνη Βιστωνίδα ποτέ δεν υπήρξαν αντικείμενο της πολεμικής λείας… της προελθούσης στο Ελληνικό Δημόσιο. Αναγνωρίσθηκαν και από το Οθωμανικό Δημόσιο και ποτέ δεν περιήλθαν σ’ αυτό, όπως δεν περιήλθαν και στο Βουλγαρικό Δημόσιο, γι’ αυτό και παρέμειναν τα δικαιώματα στή Μονή μέχρι την απελευθέρωση του τόπου από τους κατακτητές.
Τα δικαιώματα της Μονής επιβεβαιώνονται και από δύο γνωμοδοτήσεις των Καθηγητών της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Κ. Πολυγένη, Γ. Στρέιτ, Κ. Ράλλη, Δ. Παπούλια (Μάρτιος 1922, Θέμις ΛΓ΄, σελ. 158–160) και Κ. Ρακτιβάν, Δ. Παπούλια, Δημ. Δίγκα, Ν. Σαρίπολου, Κ. Ράλλη (26 Ιανουαρίου 1923, Θέμις ΛΕ΄, σελ. 332–335 και 349–351), οι οποίοι ήσαν οι επιφανέστεροι εκπρόσωποι της νομικής επιστήμης στην Ελλάδα εκείνη την εποχή. Η δεύτερη γνωμοδότηση συμπεριλαμβάνει εμπεριστατωμένη αντίκρουση της αντίθετης γνωμοδοτήσεως του Νομικού Συμβούλου του Υπουργείου Γεωργίας Ν. Ελευθεριάδου (της 27ης Ιουνίου 1922) .
Με το υπ’ αριθμ. 8/10-4-1924 ν.δ. (ΦΕΚ Α82/10-4-1924) επιλύεται οριστικά χωρίς αντιδικία το ζήτημα της αναγνωρίσεως των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων της Μονής πάνω στή λίμνη Βιστωνίδα και της παρόχθιας περιοχής της, το οποίον εκκρεμούσε στα δικαστηρία, μετά την άσκηση αγωγής από την Ιερά Μονή Βατοπαιδίου κατά του Ελληνικού Δημοσίου ( 1η Μαΐου 1922).
Με το υπ αριθμ. 8/10-4-1924 ν.δ. (ΦΕΚ Α82/10-4-1924) εξουσιοδοτήθηκε ο Υπουργός Γεωργίας να υπογράψει σύμβαση, με την οποία η Μονή θα παραχωρούσε στο Ελληνικό Δημόσιο δύο Μετόχια της (Αγίου Μάμαντος και Σοφουλάρ), συνολικής εκτάσεως 35.000 στρεμμάτων για την αποκατάσταση των προσφύγων από τη Μικρά Ασία και το Δημόσιο θα παρητείτο από κάθε αξίωσή του πάνω στή λίμνη, των ιχθυοτροφείων της, της νησίδας και γενικά της περιοχής της.
Η Μονή ανταποκρίθηκε στο περιεχόμενο του ν.δ. 8/10-4-1924. Μεταβίβασε με το υπ’ αριθμ. 2343/4-5-1930 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αθηνών Διονυσίου Ιατρίδου στο Ελληνικό Δημόσιο τα δύο Μετόχιά της, πού αναφέρονταν στο διάταγμα. Αντίθετα το Ελληνικό Δημόσιο περιωρίσθηκε με το ίδιο συμβόλαιο να αναφερθεί μόνο στο δικαίωμα εκμεταλλεύσεως της ιχθυοκαλλιέργειας και ιχθυοπαραγωγής, το οποίο στη συνέχεια τροποποιούσε κατά τη δική του αντίληψη και όπως ήθελε, χωρίς όμως να προκύπτει από το συμβόλαιο οποιαδήποτε μεταβίβαση κυριότητας προς το Ελληνικό Δημόσιο.
Εξ αφορμής του υπ αριθμ. 305/19-12-1995 εγγράφου του Τμήματος Αλιείας της Νομαρχίας Ξάνθης προς τη Γενική Διεύθυνση Δημοσίας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών, με το οποίο αμφισβητούσε κυριαρχικά δικαιώματα της Ιεράς Μονής μας στή νησίδα Αντά-Μπουρού, η Διεύθυνση Επιθεωρήσεως Νομού Ροδόπης-Ξάνθης σύμφωνα με εντολή του Υπουργείου Οικονομικών ζήτησε τους τίτλους ιδιοκτησίας της Ιεράς Μονής μας για την εν λόγω νησίδα και παρέπεμψε το θέμα στο Γνωμοδοτικό Συμβούλιο Δημοσίων Κτημάτων και Ανταλλάξιμης Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών.
Τα ανωτέρω ιδιοκτησιακά δικαιώματα της Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου στή νησίδα, και στή συνέχεια στις παραλίμνιες εκτάσεις και τη Λίμνη Βιστωνίδα αναγνωρίσθηκαν με τέσσερεις ομόφωνες γνωμοδοτήσεις του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων και Ανταλλαξίμης Περιουσίας, τις οποίες αποδέχθηκαν οι αρμόδιοι Υπουργοί, καθώς αναφέρεται κατωτέρω:
1. Απόφαση του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων του Υπουργείου Οικονομικών υπ’ αριθμ. 26/1998.
2. Υπουργική Απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών υπ’ αριθμ. 1007690/610/Α0010/5-2-1999.
3. Απόφαση του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων του Υπουργείου Οικονομικών υπ αριθμ. 17/2002.
4. Απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών υπ’ αριθμ. 1064538/5928/Α0010/5-8-2002.
5. Απόφαση του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων του Υπουργείου Οικονομικών υπ’ αριθμ. 46/2002.
6. Υπουργική Απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών υπ’ αριθμ. 1051266/10611/Α0010/π.έ./4-6-2003).
7. Απόφαση του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων του Υπουργείου Οικονομικών υπ’ αριθμ. 26/2004.
8. Υπουργική Απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών υπ’ αριθμ. 1046300/3944/Α0010/7-6-2004.
Δυστυχώς όμως τοπικοί παράγοντες και ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ξάνθης κ. Παντελεήμων δημιουργούσαν μεγάλα προβλήματα, με αποτέλεσμα και η Ιερά Κοινότητα να απευθυνθεί με το υπ αριθμ. Φ.2/20/1220/16/29-8-2003 Γράμμα της σ’ αυτόν, υπερασπιζόμενη τη νόμιμη διεκδίκηση των δικαιωμάτων της Μονής.
Λόγω προβλημάτων τα οποία δημιουργούσαν τοπικές υπηρεσίες, η Ιερά Μονή κατέθεσε στην Κομοτηνή τις 21 Ιανουαρίου 2003 αγωγήν πού αφορούσε τις παραλίμνιες εκτάσεις, η οποία συζητήθηκε στις 5-11-2003. Όμως, προ της εκδόσεως αποφάσεως επί της εν λόγω αγωγής το Γνωμοδοτικό Συμβούλιο Δημοσίων Κτημάτων του Υπουργείου Οικονομικών γνωμοδότησε ομόφωνα εκ νέου, στις 20-5-2004, για την ανυπαρξία οποιουδήποτε δικαιώματος του Δημοσίου στις εν λόγω εκτάσεις. Μετά από αυτή την απόφαση επειδή θεωρήθηκε ότι ρυθμίστηκε οριστικά μεταξύ της Ιεράς Μονής και του Ελληνικού Δημοσίου το θέμα της κυριότητας της Ιεράς Μονής στις εκτάσεις της Λίμνης Βιστωνίδας και ότι δεν συνέτρεχε λόγος να εξακολούθησει η αντιδικία, το Ν.Σ.Κ. με την υπ αριθμ. 47/17-6-2004 απόφαση του εννεαμελούς Β΄ Τμήματός του, αποφάσισε να μή εκδοθεί από το δικαστήριο απόφαση λόγω μή υπάρξεως αντιδικίας.
Όσον αφορά την ανταλλαγήν της Λίμνης και γενικά της εκτάσεως γύρω απ’ αυτή με ακίνητα του Ελληνικού Δημοσίου, αυτή ήταν επιλογή του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίον επιθυμούσε αφ ενός μέν να περιέλθει η λίμνη στην κυριότητά του για λόγους δημοσίου συμφέροντος αναπτύξεως της περιοχής και των εκμεταλλεύσεων της προς όφελος του τοπικού πληθυσμού, αφ ετέρου δε προς αποφυγήν απαλλοτριώσεως της ιδιοκτησίας της Ιεράς Μονής με την καταβολή αναλόγης αποζημιώσεως. Οι εκτάσεις πού θα ανταλλάσσονταν επελέγησαν από το Ελληνικό Δημόσιο και όχι από την Ιερά Μονή μας, σύμφωνα με τη Γνωμοδότηση με αριθμ. 15/2004 του οκταμελούς Δ΄ Τμήματος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους του Υπουργείου Οικονομικών.
Η εκτίμηση της αξίας των εκτάσεων πού θα ανταλλάσσονταν και της λίμνης ανατέθηκε από το Ελληνικό Δημόσιο στο αρμόδιο θεσμοθετημένο όργανο, το Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών (τό οποίον είναι ανεξάρτητο και δεν ανήκει στον ευρύτερο δημόσιο τομέα) και έγινε σύμφωνα με τα διεθνή και ευρωπαϊκά εκτιμητικά προτύπα, χωρίς συμμετοχή, επέμβαση, ή δυνατότητα επεμβάσεως της Μονής.
Ειδικώτερα, διευκρινίζομε ότι η εκτίμηση της Λίμνης στηρίχθηκε στην ιχθυοπαραγωγή και τις δυνατότητες της για ανάπτυξη ιχθυοκαλλιεργειών. Το Σ.Ο.Ε. έλαβεν υπόψη ειδικές μελέτες τις οποίες εξεπόνησαν Σύμβουλοί του και προέβη στην εκτίμηση χωρίς καμιά δική μας επέμβαση.
Πρέπει στο σημείο αυτό να αναφέρουμε ότι η πρώτη ανταλλαγή αφορούσε στις παραλίμνιες εκτάσεις 25.000 στρεμμάτων, οι οποίες εκτιμήθηκαν στο ποσόν των 15.689.107,54 €, και ανταλλάγηκαν με ισάξια ακίνητα του Δημοσίου (βλ. συν. πίνακα 1).
Μετά την υπογραφή των συμβολαίων ανταλλαγής, διαπιστώθηκε ότι μερικά από τα οικόπεδα στην περιοχή Ωραιοκάστρου ήταν δεσμευμένα για δημόσιες χρήσεις, δηλ. για νοσοκομεία, σχολεία, χώρους πρασίνου κ.λπ. Γι’ αυτό, χρειάστηκε να γίνει νέα ανταλλαγή των ακινήτων του Ωραιοκάστρου με άλλα του Δημοσίου, πού δεν θα προσφέρονταν για κοινωφελή αξιοποίηση (βλ. συν. πίνακα 2 στον οποίο φαίνονται τα ακίνητα της νέας ανταλλαγής στο Ωραιόκαστρο και συν. πίνακα 3 στον οποίο φαίνονται όλα τα ακίνητα τα οποία ανταλλάγηκαν κατά την πρώτη ανταλλαγή με τις παραλίμνιες εκτάσεις).
Αυτή η ανταλλαγή άρχισε το έτος 2004 και ετελείωσε το έτος 2006. Θεωρήθηκε καλό από τη Μονή να πουληθούν σε ιδιώτες τα παράπανω ακίνητα, σύμφωνα με το Νόμο 1198/1981 για τις δημοπρασίες, ο οποίος προβλέπει επίσης ότι για συναλλαγές με το Δημόσιο, δηλ. εκποιήσεις, ανταλλαγές κ.λπ. δεν απαιτείται η τήρηση των διατάξεών του.
Η δεύτερη ανταλλαγή αφορούσε τη Λίμνη Βιστωνίδα-Νταλιάνι, συνολικής αξίας 46.860.000 € (βλ. συν. πίνακα 4 στον οποίο αναφέρονται τα ακίνητα με τα οποία έγινε ανταλλαγή).
Κατά τη διάρκεια ανταλλαγής της Λίμνης, διαπιστώθηκε ότι τα ακίνητα πού δόθηκαν σε μας στην Αμμουλιανή, είχαν παραχωρηθεί στην Κοινότητα της Νήσου και έτσι πάλι ακυρώσαμε τα αντίστοιχα Συμβόλαια αξίας 1.329.769 €, αναμένοντες την πρόταση του Δημοσίου, ώστε να καλυφθεί το ποσό με άλλο ακίνητό του.
Με πολλούς Δήμους και Νομαρχίες δεν υπήρξαν θέματα. Σε μερικούς όμως απ’ αυτούς, όπως λ.χ. ο Δήμος Σταγείρων-Ακάνθου συνέβη το εξής· ο μεν Δήμος παρακαλεί για την παραμονή μας στην περιοχή, ορισμένοι όμως κάτοικοι πού επηρεάστηκαν μάλλον και από πολιτικά κίνητρα, δημιουργούν ακόμη προβλήματα. Παρομοίως, με την πρόφαση ότι δήθεν τα ακίνητα πού παραχωρήθηκαν ήσαν απαραίτητα για τις ανάγκες των Δήμων, ανέκυψαν θέματα στην περιοχή της Καβάλας και αλλού. Μετά από αυτό θεωρήθηκε σωστό προς αποφυγήν οποιασδήποτε δυσαρέσκειας έστω και μικρής μειοψηφίας κατοίκων στις εν λόγω περιοχές, ότι θα έπρεπε να ανταλλαγούν οι εκτάσεις πού βρίσκονταν σ’ αυτές με ισάξια ακίνητα του Δημοσίου σε άλλες.
Η Κ.Ε.Δ. πρότεινε ενα από τα ακίνητα του Ολυμπιακού Χωριού στις Λεκάνες Αχαρνών, εκτάσεως 40.449,26 τ.μ., το οποίον προοριζόταν για εγκατάσταση των Υπηρεσιών του Υπουργείου Εργασίας. Τελικά αυτό δεν έγινε λόγω αντιδράσεως των υπαλλήλων να εργασθούν στην απομακρυσμένη περιοχή του Ολυμπιακού χωριού, ένεκα τεχνικών προβλημάτων και άλλων λόγων. Η Μονή αποδέχθηκε την πρόταση της Κ.Ε.Δ. και ανατέθηκε η εκτίμηση του εν λόγω ακινήτου στο Σ.Ο.Ε.. Τελικά η αξία του εκτιμήθηκε από το Σ.Ο.Ε. στο ποσό των 39.500.000 €. Η ανταλλαγή του εν λόγω ακινήτου με τα ακίνητα τα οποία δόθηκαν αρχικά στή Μονή λόγω ανταλλαγής με ποσοστά της Λίμνης έγινε με δύο Συμβόλαια ως εξής: Το πρώτον αφορούσε σε ιδιοκτησίες αντικειμενικής αξίας 13.549.571,56 € και αξίας κατά τον Σ.Ο.Ε. 29.609.281 €, το δε δεύτερο σε ιδιοκτησίες αντικειμενικής αξίας 4.528.575,96 € και αξίας κατά τον Σ.Ο.Ε. 9.890.719 € (βλ. συν. πίνακα 5 στον οποίο αναγράφονται τα ακίνητα τα οποία δόθηκαν κατά τη δεύτερη ανταλλαγή από τη Μονή στή Κ.Ε.Δ).
Σκοπός της Ιεράς Μονής μας ήταν το ανωτέρω ακίνητο να χρησιμοποιηθεί το μισό σε κοινωφελείς σκοπούς, το αλλο μισό να αποδίδει έσοδα για κοινωφελείς δράσεις. Λόγω όμως των μεγάλων τεχνικών προβλημάτων του, των πολλών εξόδων για τη συντήρηση του κτηρίου και της αδυναμίας ευρέσεως εκμισθωτών (κυρίως λόγω των τεχνικών προβλημάτων του και των μεγάλων επεμβάσεων πού ήταν ανάγκη να γίνουν για να μπορεί να χρησιμοποιηθεί), η Ιερά Μονή αποφάσισε να το εκποιήσει, την δε επιθυμία της για κοινωφελείς δράσεις θα πραγματοποιούσε σε άλλη περιοχή. Γι’ αυτό έγινε Δημοπρασία και πουλήθηκε στην εταιρεία Noliden Limited αντί ποσού 41.000.000 €.
Ενώ βρισκόταν σε εκκρεμότητα το ποσό πού προέκυψε από την ακύρωση του Συμβολαίου του ακινήτου στην Αμμουλιανή, προτάθηκε από το Δημόσιο κάποιο ακίνητο προς ανταλλαγήν, στή Καλαμαριά Θεσσαλονίκης, το οποίον κατά τις εκτιμήσεις του Σ.Ο.Ε. είχε αξία μεγαλύτερη της αξίας των ακινήτων, στα οποία αφορούσαν τα ακυρωθέντα. Λόγω της αιτίας αυτής η Ιερά Μονή μεταβίβασε στο Δημόσιο και άλλα ακίνητά της για να συμπληρωθεί η αξία στο ύψος του ακινήτου της Καλαμαριάς πού προσφερθηκε από το Δημοσίου (βλ. συν. πίνακα 6).
Η Λίμνη και οι παραλίμνιες εκτάσεις εκτιμήθηκαν από το Σ.Ο.Ε. στην αξία των 62.549.108 €. Αντίστοιχα, στο ίδιο ύψος αξίας εκτιμήθηκαν από το Σ.Ο.Ε. τα ακίνητα του Ελληνικού Δημοσίου πού μεταβιβάσθηκαν στην Ιερά Μονήν ένεκα ανταλλαγής. Από τα ακίνητα πού ανταλλάγησαν, ακίνητα αξίας 53.953.370 € εκποιήθηκαν με δημοπρασία, ακίνητα αξίας 1.260.022 € δόθηκαν ως αντιπαροχή με δημοπρασία και τα υπόλοιπα ακίνητα αξίας 7.364.602 € εξακολουθούν να βρίσκονται στην κατοχήν της Ιεράς ημών Μονής (βλ. συν. πίνακα 8).
Οι εισπράξεις της Μονής από τις Δημοπρασίες, καθώς και τα έξοδα των ανταλλαγών υπάρχουν σε σχετικόν πίνακα (βλ. συν. πίνακα 7). Οι συνολικές εισπράξεις από τις τρεις δημοπρασίες ανέρχονται σε 60.272.620 ευρώ, ενώ τα σχετικά έξοδα των ανταλλαγών ανέρχονται σε 2.471.345 €. Αν λάβουμε υπόψη την εκτιμηθείσα από το Σ.Ο.Ε. αξία ακινήτων σε 53.953.370 € πού πουλήθηκαν, προκύπτει από την πώληση των ανωτέρω ακινήτων πλεόνασμα 3.847.905 €, δηλ. ποσοστό 7,1%.
Από όσα παρατέθηκαν προηγουμένως τα καθαρά έσοδα από τις εκποιήσεις ακινήτων είναι 57.801.275 € και προφανώς υπολείπονται της αξίας πού εκτιμήθηκε η Λίμνη κατά 4.747.833 €.
Παρά το ότι οι αξίες και οι χρήσεις γής δεν προσδιορίζονται από την Ιερά Μονή όσον αφορά τα ακίνητα πού έμειναν στην κυριότητα της (βλ. συν. πίνακα 9), τα εν λόγω ακίνητα βρίσκονται κυρίως εκτός Σχεδίου Πόλεως και παρουσιάζουν ιδιαιτερότητες ως προς την εκτίμηση τους, για την οποία δεν έχομε τεχνική άποψη διότι εκτιμήθησαν από το Σ.Ο.Ε.
Όσον αφορά τον χαρακτήρα του ακινήτου Ουρανουπόλεως ως «δάσους χθαμαλού» ή «δασικής εκτάσεως», σάς κάνουμε γνωστό ότι διαφώνησαν για αυτό δύο Υπηρεσίες του Υπουργείου Αγροτικής Αναπτύξεως και Τροφίμων και το αποτέλεσμα ήταν να υποβληθεί σχετικό ερώτημα προς το Ν.Σ.Κ. και εκείνο γνωμοδότησε ότι η έκταση αυτή είναι δασική, γεγονός το οποίον αποδεικνύει ότι δεν έγινε κανένας αποχαρακτηρισμός (Γνωμοδότηση υπ αριθμ. 161/2008 και από 6-2-2008 του επταμελούς Ε΄ Τμήματος του Ν.Σ.Κ.). Εξ άλλου είναι γνωστό ότι από τα 8.600 στρέμματα, περίπου τα 6.000 περιλαμβάνονται στην προ του Αγίου Όρους Ζώνη Οικιστικού Ελέγχου, στην οποία απαγορεύεται κάθε αλλαγή χρήσης και συνεπώς η δόμηση. Όλος ο χώρος είναι αρχαιολογικός, μεταβιβάζεται δε με όλες τις δεσμεύσεις του αρχαιολογικού Νόμου, εκτός από τα Μνημεία, τα οποία εξαιρέθηκαν της μεταβιβάσεως, δηλ. της Ιεράς Μονής Ζυγού και του Αγίου Νικολάου. Οι οποιεσδήποτε δράσεις μέσα σ’ αυτή πρέπει να είναι κοινωφελείς.
Τα ανωτέρω περίπου χαρακτηριστικά ισχύουν και για το ακίνητο του Γραμματικού και του Λαυρίου.
Το κτήμα «Ξηροποτάμου» για το οποίον έγινε πολύς λόγος στα Μ.Μ.Ε. είναι χαρακτηρισμένο ως υδροβιότοπος. Δεν έγινε δε καμιά ενέργεια από τη Ιερά Μονή μας για αποχαρακτηρισμό του και η «τροπολογία Γεροντοπούλου» αφορά δικαιούχους κατοίκους, οι οποίοι με τροπολογία ζητούν τίτλους, γιατί επί του παρόντος θεωρούνται καταπατητές δημοσίου κτήματος.
Η αμφισβήτηση των τίτλων της Μονής πλήττει ιδιοκτησιακά δικαιώματα, τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο της συνταγματικής προστασίας της ιδιοκτησίας και των προστατευτικών της ιδιωτικής περιουσίας ρυθμίσεων του Πρώτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Επιπλέον θέτει σε επικίνδυνη αμφισβήτηση το δικαιϊκόν καθεστώς πού στηρίζεται σε τίτλους από του Βυζαντίου και της Οθωμανικής περιόδου πού ισχύει για την κυριότητα και τα λοιπά εμπράγματα δικαιώματα σε αρκετές περιοχές της Ελλάδος, όπως λ.χ. το Άγιον Όρος, τα Δωδεκάνησα και τις Κυκλάδες, δημιουργεί μεγάλη αναταραχή για τα ίδια δικαιώματα στις λεγομένες «Νέες Χώρες», οι οποίες απελευθερώθηκαν χάριν των αγώνων του 1912–1913 και μετά θέτει σε αμφιβολία τη δυνατότητα διεκδικήσεως της εκκλησιαστικής περιουσίας των εκτός της Ελλαδικής Επικρατείας Πατριαρχείων Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας και Ιεροσολύμων, του Παναγίου Τάφου, της Αγίας Αικατερίνης Σινά κ.ά..
Η Ιερά Μονή μας, κινουμένη καλοπροαίρετα, με επιστολή των νομικών της Συμβούλων προς το αρμόδιο Υπουργείο είχε δηλώσει, ότι όχι μόνον δεν έχει οιανδήποτε αντίρρηση, αλλά είναι έτοιμη, εφόσον το επιθυμεί το Ελληνικό Δημόσιο, να επιστρέψει σε αυτό όσα από τα ακίνητα περιήλθαν στή Μονή στο πλαίσιον των ανταλλαγών και δεν μεταβιβάσθηκαν σε τρίτους, ανταλλασσόμενα με άλλα ισαξία ακίνητα τα οποία θα επιλέξει το Ελληνικό Δημόσιο. Αν το Δημόσιο δεν επιθυμεί την ανταλλαγή, και πάλι η Ιερά Μονή μας δεν έχει αντίρρηση στην ανατροπή των ανωτέρω ανταλλαγών και την επιστροφή στην προηγούμενη κατάσταση προ της ανταλλαγής, δηλαδή την επιστροφή στή Μονή των ποσοστών της λιμνιαίας εκτάσεως της Βιστωνίδας. Στην πρόταση της Ιεράς Μονής μας δεν δόθηκε απάντηση.
Εξάλλου, κατά το παρελθόν, η Μονή, επειδή δεν ήθελε να διαταράξει τις σχέσεις της με τους κατοίκους και τους τοπικούς φορείς της Ουρανουπόλεως – άνκαι βέβαια το ακίνητο πού παραχωρήθηκε αποτέλει μέρος της ιδιοκτησίας της – είχε δηλώσει στο Δημόσιο την απόφασή της για την ανατροπή της ανταλλαγής πού πραγματοποιήθηκε του ακινήτου της Ουρανουπόλεως, με την επιστροφή του στο Δημόσιο. Αντιπροσωπεία όμως συμβούλων του Δήμου Σταγείρων-Ακάνθου όλων των παρατάξεων του Δημοτικού Συμβουλίου επισκέφθηκε την Ιερά Μονή και υπέβαλε αίτημα-παράκληση να μή πραγματοποιηθεί η ανατροπή πού αποφασίσθηκε, αλλά να παραμείνει στην κυριότητα της Μονής η έκταση της Ουρανουπόλεως, διότι έτσι εξυπηρετούνταν κατά τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα του Δήμου και των κατοίκων. Μετά απ’ αυτό, η τότε ανατροπή ματαιώθηκε.
Επίσης θέλουμε να κάνουμε γνωστό ότι εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 1098315/6443/Α0010/3-10-2008 Απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, και υπογράφηκε από τον Υφυπουργό Οικονομικών κ. Μπέζα, με την οποία ανακαλούνται οι εγκριτικές αποφάσεις για τη μή προβολή δικαιωμάτων κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου στις εκτάσεις της Λίμνης Βιστωνίδας. Αυτή η απόφαση, σύμφωνα με τις απόψεις των νομικών μας Συμβούλων, όχι μόνον τα συμφέροντα του Ελληνικού Δημοσίου δεν εξυπηρεί, αλλ αντίθετα, λόγω της προφανούς ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας για τη δικαιολόγηση της ανακλήσεως των προηγουμένων νομίμων διοικητικών πράξεων και της γενικόλογης και αόριστης αναφοράς στην προστασία της δημόσιας περιουσίας, πέραν του γεγονότος ότι ανατρέπει τα εμπράγματα αποτελέσματα των συμβάσεων ανταλλαγών, θα έχει ως αποτέλεσμα την εμπλοκή σε μακροχρόνιους δικαστικούς αγώνες σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Εμείς, με πλήρη ειλικρίνεια δηλώνουμε, ότι όλες οι ενέργειες της Αδελφότητός μας στο ανωτέρω θέμα ήταν σε όλα τα σημεία νόμιμες και διαφανείς, είχαν δε σκοπό αποκλειστικά και μόνον τη διασφάλιση των δικαιωμάτων της Ιεράς Μονής μας και δεν έγιναν για την εξυπηρέτηση δικών μας ή ξένων συμφερόντων. Οποιοιδήποτε ισχυρισμοί για προσωπική περιουσία των μελών της, καθώς και τα λεγόμενα για προσωπικούς τραπεζικούς λογαριασμούς των, είναι εντελώς αστήρικτοι και αναληθείς.
Εκ της Ιεράς Μεγίστης Μονής του Βατοπαιδίου