Τότε και τώρα. – Διαχρονικά πάθη. (Ο πατέρας του αγιορείτικου κοινοβιακού μοναχισμού Άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης που κατηγορήθηκε ως ο Εφραίμ του 10ου αιώνα)
23 Οκτωβρίου 2008
Μέγα πάθος ο πνευματικός φθόνος και ζήλεια. Ο μακαριστός Γέροντας Παΐσιος έλεγε : « Με τη ζήλεια αποδυναμώνεται κανείς πνευματικά. Γιατί, νομίζετε, οι Απόστολοι δεν μπόρεσαν να βγάλουν το δαιμόνιο από το δαιμονισμένο παιδί, ενώ είχαν λάβει αυτήν την εξουσία από τον Χριστό και είχαν βγάλει άλλα δαιμόνια; Επειδή ζήλεψαν, που ο Χριστός πήρε στην Μεταμόρφωση μόνον τους τρεις Μαθητές, τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη. Μπορούσε ο Χριστός να πάρει όλους τους Μαθητές, αλλά δεν ήταν όλοι σε κατάσταση να χωρέσουν αυτό το μυστήριο, γι’ αυτό πήρε αυτούς που μπορούσαν να το χωρέσουν. Λέτε να μην αγαπούσε τους άλλους Μαθητές;»
Το φαινόμενο επαναλαμβάνεται από τότε… στην ιστορία. Και σε ιερούς τόπους, όπως το Άγιον Όρος.
Στο θαυμάσιο βιβλίο της Διονυσίας Παπαχρυσάνθου, Ο Αθωνικός Μοναχισμός, Αρχές και Οργάνωση ( Έκδοση του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2004) αναφέρονται τα εξής:
«Η φιλονικία του (αγίου)Αθανασίου (της Μεγίστης Λαύρας) με τους άλλους Αθωνίτες. Ανάμεσα στα 964 και 972 η Λαύρα ήταν το μόνο σημαντικό ίδρυμα του Άθω, σε αριθμό μοναχών όπως και σε περιουσία. Και προς αυτήν στρέφονταν οι νέοι μοναχοί, οι επισκέπτες και οι δωρητές. Η συρροή μοναχών και δωρεών της επέτρεψαν να κατασκευάσει σε σύντομο διάστημα ένα λιμάνι, το ξενοδοχείο, το νοσοκομείο και μώλους. Η Λαύρα παρουσίαζε αυτόν τον καιρό περισσότερο το θέαμα ενός απέραντου εργοταξίου παρά ενός μοναστηριού στην Αθωνική έρημο. Μπορεί κανείς εύκολα να φανταστεί ότι οι μοναχοί της Λαύρας ξεπέρασαν γρήγορα τους ογδόντα, αριθμό που είχε ορίσει ο Νικηφόρος (Φωκάς, αυτοκράτορας του Βυζαντίου) το 964, και πώς, όταν ο Αθανάσιος στο τυπικό του ανεβάζει το όριο στους εκατόν είκοσι, δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να νομιμοποιεί μια κατάσταση που ήδη υπήρχε. Για τις οικοδομές του ο Αθανάσιος είχε ανάγκη από εκτάσεις, και είναι αναμφίβολο πως τα εδάφη, που από τον Αντιάθω ως το ακρωτήριο των Αποθηκών όριζαν τον Λαυριωτικό χώρο στα 972-975, δεν συμπεριλαμβάνοντα στα όρια του κελλιού που ο Πρώτος είχε παραχωρήσει στον Αθανάσιο στα 959-960. Του τα παραχώρησαν αργότερα, και μάλλον τμηματικά, και νιώθοντας υποχρεωμένοι, είτε επειδή ο Αθανάσιος πέτυχε την αύξηση της βασιλικής επιχορήγησης για τον Άθω και την ανακαίνιση της Εκκλησίας των Καρεών είτε γιατί ήξεραν ότι είχε την υποστήριξη της ανωτάτης αρχής. Η επίτευξη των σχεδίων του Αθανασίου έχει το αντιστάθισμά της. Πολλοί από τους παλαιούς άρχισαν να δυσανασχετούν, και η δυσαρέσκειά όλο και μεγάλωνε. Στα εδάφη που αποκτούσε η Λαύρα από δόσιμο του κοινού, αγορές ή δωρεές, που μερικές φορές επιτυγχάνονταν κάτω από πιέσεις, υπήρχαν κελλιά όπου ζούσαν ασκητές. Και αυτοί ήσαν τότε υποχρεωμένοι ή να φύγουν ή να μπούν στην υποταγή της Λαύρας. Γίνεται εύκολα αντιληπτό λοιπόν γιατί το τυπικό του Τζιμισκή αναφέρει παλαιές διενέξεις και γιατί πολλοί μοναχοί θεωρούσαν ( γύρω στα 970-972) ότι ο Αθανάσιος έβλαπτε τα συμφέροντα τους και τους αδικούσε. ( Το κείμενο λέει: «ενήγον σκάνδαλα και φιλονεικίας εφ’ ικανούς χρόνους γίνεσθαι μεταξύ αυτών τε και Αθανασίου…ως ότι περικόπτονται τινες και αδικούνται παρ’ αυτού»).
Και όλοι σχεδόν οι μοναχοί του Άθω είχαν λόγους να εχθρεύονται τον Αθανάσιο: μερικοί εξαιτίας οικονομικών συμφερόντων, άλλοι λόγω της επιρροής του…με λίγα λόγια, κατηγορούσαν τον Αθανάσιο ότι υπέσκαπτε τα θεμέλια του αθωνικού τρόπου άσκησης. Ο βιογράφος, σε έναν κατάλογο, όπου κατονομάζει τα παράπονα των Αθωνιτών εναντίον του Αθανασίου, αναγράφει όλες τις δραστηριότητές του: « οικοδομάς ανεγείροντα πολυτελείς και περιβόλους και ναούς και επίνεια και καταγωγάς υδάτων επινοούντα ( αρδευτικά έργα) και ζεύγη βοών και ημιόνων ωνούμενον», αλλά και ότι έσπειρεν αγρούς και εφύτευσεν αμπελώνας».
Μήπως όσα συνέβαιναν τότε συμβαίνουν και σήμερα; Και αντί να χαίρονται μερικοί κατοικούντες εν Άθω για την άνθηση του μοναχισμού, τους βασανίζει ο πνευματικός φθόνος, που δυστυχώς «άπτεται και των τελείων»;
Α. Χριστοδούλου
Θεολόγος- τ. Λυκειάρχης.